Στα πρώτα χρόνια της ζωής και ανάπτυξης , το παιχνίδι είναι αυτό που δημιουργεί τις ιδανικές συνθήκες για την ψυχοκινητική εξέλιξη αλλά και την ανάπτυξη ευρύτερων δεξιοτήτων στο παιδί. Όντως από τη φύση του διασκεδαστικό, γενεσιουργό χαράς, το παιχνίδι συνιστά κίνητρο για μάθηση κάθε τύπου, σε κάθε παιδί, σε κάθε ηλικία.
Κι ενώ η διάθεση για παιχνίδι δεν φαίνεται να λείπει για κανένα παιδί, έργο του ενήλικα είναι να «μάθει» στο παιδί να παίζει, ήδη από την βρεφική ηλικία. Δεν αρκεί να παράσχουμε στο παιδί αφειδώς όλου του κόσμου τα παιχνίδια, εάν έπειτα το εγκαταλείπουμε μ’ αυτά στο δωμάτιό του με την προτροπή να παίξει – και μάλιστα… ήσυχα!
Μέσα από το παιχνίδι το παιδί έχει την ευκαιρία να κατανοήσει τον κόσμο, να αλληλεπιδράσει με τους άλλους γύρω του με κοινωνικό τρόπο, να εκφραστεί , να αναπαραστήσει τις σκέψεις και τις ιδέες του, να ελέγξει τα συναισθήματά του, να αναπτύξει την ικανότητα συμβολισμού, την φαντασία και δημιουργικότητά του. Όλα αυτά όμως θα τα επιτύχει μόνο εφόσον μάθει αρχικά να παίζει, με την συντροφιά και την διακριτική καθοδήγηση των ενηλίκων που αγαπά.

Όσον αφορά την αποτελεσματικότητά του ως μέσον μάθησης, το παιδικό παιχνίδι ελάχιστα διαφοροποιείται από άλλα μέσα μάθησης, όπως η σχολική διδασκαλία. Διάφορες στατιστικές επισημαίνουν ότι παιδιά για κάποιο λόγο δεν παίζουν, αποτυγχάνουν συνήθως αργότερα και στις σχολικές τους επιδόσεις. Άλλωστε – και εδώ συγκλίνουν οι γνώμες των ειδικών- όταν παιδιά με διάφορα προβλήματα ανάπτυξης μάθουν, στα πλαίσια ενός προγράμματος εργοθεραπείας να παίζουν δημιουργικά, σύντομα βελτιώνονται και οι ακαδημαϊκές του γνώσεις.
Ένα σημαντικό στοιχείο του παιχνιδιού είναι η κίνηση. Η κίνηση είναι αυτή που προσφέρει όλα τα αποφασιστικά ερεθίσματα για να κινητοποιηθούν οι διαδικασίες της σωματικής αύξησης. Η επιθυμία του παιδιού για κίνηση είναι τόσο μεγαλύτερη όσο γρηγορότερα αυτή αυξάνεται. Έτσι, το μικρό παιδί έχει περισσότερη ανάγκη κίνησης απ’ ότι ένα μεγαλύτερο, γεγονός που επιβεβαιώνεται κι από έρευνες που αποδεικνύουν την πολύ μεγάλη κινητική δραστηριότητα του νεογέννητου. Αξιοσημείωτο είναι δε, ότι η ανάγκη αυτή για κίνηση εκδηλώνεται και κατά τη διάρκεια του ύπνου, οπότε βρέφη και νήπια αλλάζουν συχνά τη θέση του σώματός τους.

Ποιο όμως είναι το είδος των παιχνιδιών που πρέπει να δίνεται σε κάθε ηλικία;

  • Ένα μωρό χρειάζεται ένα παιχνίδι ελαφρύ, απαλό στην υφή, από ύφασμα ή πλαστικό, ώστε να μπορεί να το πιάσει. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να είναι πολύ μικρό, προκειμένου να αποφύγουμε τον κίνδυνο φέρνοντάς το στο στόμα, το μωρό να πνιγεί. Γι’ αυτό πλέον κατάλληλα παιχνίδια γι’ αυτήν την ηλικία είναι μικρά ζωάκια, κουδουνίστρες, κουκλίτσες με πολλά χρώματα, παιχνίδια δηλ. που ερεθίζουν τόσο την όραση όσο και την ακοή και την αφή.
  • Το παιδί 2 ετών χρειάζεται παιχνίδια που μπορεί να στηθούν όπως ξύλινους κύβους και αυτοκινητάκια, ώστε σπρώχνοντάς τα να μπορεί να συντονίσει τις κινήσεις χεριών – ποδιών. Ακόμη παιχνίδια που σπρώχνονται και έλκονται, ώστε να εξασκηθεί το περπάτημα, και παιχνίδια όπως η μπάλα, πρέπει να μάθει να τη σπρώχνει και να την πετά συνέχεια.
  • Για το 3 έτος ιδανικά είναι τα πρώτα εικονογραφημένα βιβλία, οι κατασκευές με σπιτάκια, οι οικογένειες ζώων, οι lego– συνθέσεις, αλλά και τα χρώματα, τα μολύβια και οι δακτυλομπογιές, ώστε το παιδί να αρχίσει να αναπτύσσει τη λεπτή κινητικότητα, ζωγραφίζοντας. Η ίδια ηλικία είναι επίσης κατάλληλη για κρυφτό, τούμπες και ας μην ξεχνάμε, το πατροπαράδοτο κουνιστό αλογάκι.
  • Από το 4 έτος το παιδί αξιοποιεί την ικανότητά του παίζοντας με μια μπάλα ή ένα ποδηλατάκι. Σ’ αυτήν την ηλικία έχει ήδη αρχίσει να κοινωνικοποιείται. Έτσι επιδεικνύει τώρα αυξανόμενο ενδιαφέρον για παιχνίδια ομαδικά, όπως το κουκλοθέατρο, και παιχνίδια ενσάρκωσης ρόλων (το «μανάβικο») κλπ.

Μεγάλο μέρος της ευθύνης για τη σωστή επιλογή του παιχνιδιού έχει βέβαια ο ενήλικας. Το παιχνίδι που αρέσει σε μας δεν είναι πάντα αυτό το οποίο θα ενθουσιάσει και το παιδί. Βασικό κριτήριο της επιλογής μας θα πρέπει να είναι η χαρά που αναμένουμε το παιδί να αντλήσει από το παιχνίδι, συνυπολογίζοντας ωστόσο τις δυνατότητες του παιδιού μας όσο και το εύρος χρήσης του παιχνιδιού.

 

Το παιχνίδι πρέπει:

  • Να ερεθίζει τη φαντασία και  όχι να την περιορίζει, όπως π.χ μια κούκλα που μιλά.
  • Να έχει αρκετές εναλλακτικές δυνατότητες χρήσης, ώστε να κρατά το ενδιαφέρον του παιδιού. Τα πολλά εξαρτήματα σε ένα παιχνίδι είναι αρκετά ενδιαφέροντα, γιατί  αυξάνουν τις  δυνατότητες συνδυασμών.
  • Να είναι φτιαγμένο από υλικό ανθεκτικό, με καλή ποιότητα, που δεν καταστρέφεται εύκολα.
  • Να διαθέτει σχήμα και το χρώμα να είναι αρεστά στο παιδί και όχι απαραίτητα σε μας.
  • Να ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες ικανότητες και τις ανάγκες της ηλικίας του παιδιού.
  • Και το βασικότερο: το παιχνίδι είναι πολύ καλύτερο με έναν συμπαίκτη, πόσο μάλλον όταν ο συμπαίκτης αυτός είναι ο ίδιος ο γονιός.